Η πλούσια παρουσία καρχαριών και σαλαχιών στις ελληνικές θάλασσες: Νέα δεδομένα και έρευνες
Γεμάτες από καρχαρίες και σαλάχια είναι οι ελληνικές θάλασσες, όπως προκύπτει από καταγραφές των τελευταίων 90 χρόνων, που συγκέντρωσε η περιβαλλοντική οργάνωση iSea. Στις 21-24 Οκτωβρίου, θα παρουσιαστούν λεπτομέρειες για αυτές τις καταγραφές στο Συνέδριο της Πανευρωπαϊκής Ένωσης για τους Καρχαρίες και τα Σαλάχια (ΕΕΑ 2024), που θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με τη μελέτη, έχουν εντοπιστεί 4.540 καταγραφές για 33 είδη καρχαρία, 29 είδη βάτων και σαλαχιών, και μία χίμαιρα. Η περιβαλλοντολόγος και υπεύθυνη προγραμμάτων της iSea, Ρωξάνη Ναασάν Αγά – Σπυριδοπούλου, θα παρουσιάσει τα αποτελέσματα της βιβλιογραφικής έρευνας που πραγματοποίησε. Η έρευνα βασίστηκε σε πτυχιακές εργασίες, κοινωνικά δίκτυα και ΜΜΕ, βάσεις δεδομένων βιοποικιλότητας, καθώς και επίσημες κυβερνητικές εκθέσεις.
«Στόχος της μελέτης, που βασίστηκε σε διαφορετικές πηγές δεδομένων, ήταν να αποτελέσει τη βάση για την ανάπτυξη νέων ερευνητικών προγραμμάτων, ώστε να έχουμε καλύτερη εικόνα για την κατανομή των συγκεκριμένων ειδών», δήλωσε η κ. Σπυριδοπούλου, προσθέτοντας ότι θα αποτελέσει και «μπούσουλα» για επόμενες μελέτες.
Χαρακτηριστικό στοιχείο της μελέτης είναι ότι σχεδόν το 55% των καταγραφών δεν έχει δημοσιευθεί σε κάποιο επιστημονικό περιοδικό, ενώ το 20% προέρχεται από την Επιστήμη των Πολιτών. Ξεχωριστή σημασία έχει η διαπίστωση ότι από το 2010 έως το 2023, έχουν καταγραφεί περισσότερες από 2.500 νέες παρατηρήσεις. «Αυτό δείχνει πόσο έχουμε αυξήσει τη γνώση μας γι’ αυτά τα είδη, τα οποία έχουν μεγάλη σημασία ως κορυφαίοι θηρευτές», τονίζει η ερευνήτρια.
Η iSea έχει δημιουργήσει έναν χάρτη με όλες τις καταγραφές που έγιναν τα τελευταία 90 χρόνια, τον οποίο θα παρουσιάσει στο συνέδριο. Όπως αναφέρει η κ. Σπυριδοπούλου, δεν μπορεί να βρει θαλάσσια περιοχή χωρίς παρουσία καρχαριών και σαλαχιών.
Είναι γνωστό ότι οι ελληνικές θάλασσες φιλοξενούν πλούσια ποικιλία χονδριχθίων, με την παρουσία τους να έχει τεκμηριωθεί από την εποχή του Αριστοτέλη. Ωστόσο, μόλις τις τελευταίες δύο δεκαετίες γίνεται συστηματική επιστημονική έρευνα αναφορικά με τα χονδριχθιακά. Αυτό βοηθάει να κλείσει το κενό της γνώσης σχετικά με την οικολογία και τη βιολογία αυτών των ειδών, αν και οι πληροφορίες για τη χωρική τους κατανομή παραμένουν περιορισμένες, με ελάχιστους σχετικούς μελετητές και με χαμηλή ανάλυση.
Πηγή: documentonews.gr